Γεώργιος Πούλος: Ο ναζιστής από τη Ναύπακτο και η εγκληματική του δράση

Ένας από τους πιο διαβόητους στυγερούς εγκληματίες και δωσιλόγους της κατοχής ήταν ο Γεώργιος Πούλος, με καταγωγή από τον Πλάτανο Ναυπακτίας.
Ο Γεώργιος Πούλος (1889 – 1949) ήταν απόστρατος αντιβασιλικός αξιωματικός, φανατικός γερμανόφιλος και χιτλερικός, με πλούσια εγκληματική δράση. Δολοφόνος πολυάριθμων αμάχων και γνωστός για τη σαδιστική επιθυμία του να βασανίζει φρικτά διάφορα από τα θύματά του.
Γεννήθηκε στη Ρουμανία, αλλά καταγόταν από τον Πλάτανο της Ναυπακτίας. Συμμετείχε στο στρατιωτικό κίνημα του Πάγκαλου το 1925. Μετά το αποτυχημένο βενιζελικό κίνημα του 1935, αποτάχθηκε από το στράτευμα.
Ο Πούλος υπήρξε στέλεχος της οργάνωσης ΕΕΕ.
Η ΕΕΕ (Εθνική Ένωσις Ελλάς) ήταν μια από τις πιο βίαιες φασιστικές και ρατσιστικές οργανώσεις που έδρασαν στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Λίγες εβδομάδες μετά τη γερμανική εισβολή στην Ελλάδα (1941), εμφανίστηκε ένα δημοσίευμα στην εφημερίδα «Νέα Ευρώπη» της Θεσσαλονίκης, το οποίο αναφερόταν στην είδηση της ανασύστασης της οργάνωσης ΕΕΕ με νέο όνομα : «Εθνικοσοσιαλιστικόν Κόμμα Ελλάδος». Η νέα αυτή πολιτική οργάνωση, με ξεκάθαρο ναζιστικό υπόβαθρο όπως φανερώνει η ονομασία της, απέκτησε γραφεία στην οδό Τσιμισκή. Το καλοκαίρι του 1941, η ΕΕΕ ανασυστάθηκε και στην Αθήνα. Η ηγεσία της ΕΕ περιελάμβανε τον Κωνσταντίνο Γούλα (φανατικό γερμανόφιλο και εχθρό του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ), το Γεώργιο Αρβανιτάκη, το συνταγματάρχη Γρηγοράκη, τον Ι. Κοσμίδη (γνωστό από τις βιαιότητες στο συνοικισμό του Κάμπελ), το Γεώργιο Κεφαλά, το Βασίλη Σκανδάλη και τον Κωνσταντίνο Σκανδάλη. Στην ΕΕΕ Θεσσαλονίκης ήταν ενταγμένος ο Πούλος.

Η εγκληματική δράση του Πούλου στην κατοχή
Ο Πούλος εμφανίστηκε δυναμικά στο προσκήνιο μόλις άρχισε η περίοδος της γερμανικής κατοχής. Μέσα από τις γραμμές της ΕΕΕ αρχικά και του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος Ελλάδος στη συνέχεια, εκφράζοντας δημόσια το άσβεστο μίσος που έτρεφε για τους Άγγλους και για τους κομμουνιστές, ο Πούλος άρχισε να κερδίζει την απόλυτη εμπιστοσύνη των Γερμανών κατακτητών, τους οποίους υπηρέτησε με πίστη και αφοσίωση.
Το 1943 ίδρυσε μια δική του ένοπλη δοσιλογική οργάνωση με την ονομασία «Εθελοντικό Τάγμα Πούλου» ή «Poulos Verband». Το «Εθελοντικό Τάγμα Πούλου» εξοπλίστηκε από τους Γερμανούς, απέκτησε γερμανικές στολές με τα διακριτικά ΕΕΣ («Εθνικός Ελληνικός Στρατός») και συμμετείχε σε διάφορες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του γερμανικού στρατού κατοχής στη Μακεδονία, κυρίως εναντίον ανταρτών της αντιστασιακής οργάνωσης ΕΑΜ – ΕΛΑΣ. Όμως, δεν μπόρεσε ποτέ να συγκεντρώσει στις τάξεις του παραπάνω από 300 άνδρες. Την περίοδο 1943-1944 το «Εθελοντικό Τάγμα Πούλου» διέπραξε λεηλασίες, ξυλοδαρμούς, εμπρησμούς (π.χ. πυρπόληση του χωριού Ερμακιά) και δολοφονίες εναντίον Ελλήνων δρώντας μόνο του ή σε συνεργασία με τις γερμανικές δυνάμεις κατοχής. Ο Πούλος αρκετά συχνά έκανε φιλογερμανική προπαγάνδα και απέκτησε το ψευδώνυμο “Φον Πούλος”.
Σε ορισμένες περιπτώσεις συνεργάστηκε με άλλους γνωστούς δοσίλογους όπως ο Αντώνης Δάγκουλας, ο Κισά Μπατζάκ και ο Μιχάλαγας. Πάνω από τη δεξιά τσέπη του χιτωνίου του υπήρχε ο γερμανικός αετός με τη ναζιστική σβάστικα.
Ορισμένοι ένοπλοι άνδρες του Πούλου στη Θεσσαλονίκη, συνελάμβαναν και βασάνιζαν αριστερούς, οι οποίοι στη συνέχεια οδηγούνταν στο στρατόπεδο «Παύλος Μελάς» και εκτελούνταν. Το Σεπτέμβριο του 1943, η γερμανική SD αναγνώρισε το «Εθελοντικό Τάγμα Πούλου» ως μέρος του οργανισμού της στην Ελλάδα, παραχωρώντας του γραφεία και ένα πεδίο ασκήσεων. Τον ίδιο μήνα, το «Εθελοντικό Τάγμα Πούλου» υπήχθη στο 2ο Σύνταγμα Brandenburg και εγκαταστάθηκε μέσα και γύρω από την Πτολεμαΐδα Κοζάνης. Πηγαίνοντας στην Πτολεμαΐδα ο Πούλος, δημιούργησε φυλάκια στη Γαλάτεια, στον Πελαργό, στην Αρδασσα και στην Κλεισούρα.
Μια γερμανική αναφορά της Dienstelle AktivPropaganda της 4ης Μαϊου 1944 αναφέρει : «Μέχρι της υπηρεσίας ημών όμως καταφθάνουν πληροφορίαι ότι ο Πούλος χρηματίζεται ασυστόλως λεηλατών και αυτάς ακόμη τας προίκας νεαρών κορασίδων εις τα χωρία όπου δρώσι τα τμήματά του.» . Οι συμμετέχοντες στην οργάνωση του Πούλου απέκτησαν κακή φήμη και έγιναν γνωστοί στη Μακεδονία περισσότερο για τα φρικιαστικά εγκλήματά τους εις βάρος αμάχων παρά για τις επιδόσεις τους στις πολεμικές συγκρούσεις.
Τον Ιανουάριο του 1944 το τάγμα του Πούλου δέχθηκε 90-100 άνδρες από την Κρήτη. Τον Απρίλιο του 1944 το τάγμα του Πούλου υπέστη απώλειες λόγω μιας επίθεσης που δέχθηκε από αντάρτες του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ από το Βέρμιο. Σύμφωνα με τους αντάρτες του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ, σκοτώθηκαν 83 Πουλικοί. Τον Ιούλιο του 1944 άνδρες από το τάγμα του Πούλου και από το 5ο Τάγμα Ασφαλείας Πτολεμαϊδας, με διοικητή τον ταγματάρχη Μαλτέζο, συμμετείχαν στις επιχειρήσεις των Γερμανών, ανατολικά του Βερμίου, εναντίον των αντιστασιακών.
Την άνοιξη του 1944, ο Πούλος εγκαταστάθηκε στην Κρύα Βρύση του νομού Πέλλας, την οποία μετέτρεψε σε προπύργιό του.
Στις 2 Σεπτεμβρίου 1944 άνδρες του Πούλου και του Σούμπερτ περικύκλωσαν το Χορτιάτη και σκότωσαν 149 κατοίκους του χωριού, ανάμεσα στους οποίους ήταν και αρκετές γυναίκες και παιδιά.
Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1944 οι άνδρες του Πούλου και του Γερμανού υπαξιωματικού Φριτς Σούμπερτ, περικύκλωσαν τα Γιαννιτσά και προέβησαν σε σφαγές αμάχων, με αποτέλεσμα περίπου 120 άνθρωποι να βρουν τραγικό θάνατο. Πολλές γυναίκες κακοποιήθηκαν, πολλά σπίτια κάηκαν ενώ τραγικό τέλος περίμενε τους άνδρες που ξεψύχησαν μέσα στο λάκκο που άνοιξαν υπό την απειλή των όπλων, τα ίδια τους τα παιδιά.
Το φθινόπωρο του 1944, το τάγμα του Πούλου και οι εφεδρείες του, υπό τις διαταγές του ταγματάρχη Φάχερνιγκ, ετοιμάστηκαν να αναχωρήσουν από την Ελλάδα, ακολουθώντας το γερμανικό στρατό που υποχωρούσε. Μέχρι τις αρχές Απριλίου του 1945, το τάγμα του Πούλου συμμετείχε μαζί με Γερμανούς στρατιώτες σε μάχες εναντίον των κομμουνιστών ανταρτών του Τίτο στη Σλοβενία. Τελικά, εγκαταστάθηκε στην Αυστρία και συμμετείχε μαζί με άλλους Έλληνες ναζιστές στη ναζιστική «κυβέρνηση» του Τσιρονίκου. Στην Αυστρία παρότρυνε διάφορα άτομα να ενταχθούν στο τάγμα του και να φορέσουν τη γερμανική στολή και το μαύρο περιβραχιόνιο με τον αετό και τον αγκυλωτό σταυρό.
Τελικά ο Πούλος δεν κατάφερε να αποφύγει τη σύλληψη. Συνελήφθη στο Κίτσμπιχελ της Αυστρίας στις 19-5-1945 από τους Αμερικανούς. Κρατήθηκε σε στρατιωτικές φυλακές, έξω από τη Στουτγάρδη. Αρκετό καιρό αργότερα, στις 24 Μαρτίου 1947, μεταφέρθηκε μαζί με 201 Πουλικούς στην Ελλάδα. Στις 9 Απριλίου 1947 οδηγήθηκε στις στρατιωτικές φυλακές Επταπυργίου. Στις 22 Μαΐου 1947 άρχισε στο Διαρκές Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης η δίκη του Πούλου και των συνεργατών του. Κατηγορούμενοι ήταν ο Γ. Πούλος, η Μαστιχούλα Πούλου, ο Αν. Καναβάτζογλου, ο Αρ. Ζαρταλούδης, ο Ν. Πανταζής, ο Θ. Λαζαρίδης, ο Π. Θεοδωρίδης, ο Διογ. Καρακάσογλου, ο Ηλίας Συκαμιώτης και άλλοι. Κατά την απολογία του, στις 29-5-1947, ο Πούλος έκανε για άλλη μια φορά φραστική επίθεση κατά του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ και παραδέχτηκε ότι εξοπλίστηκε από τους Γερμανούς κατακτητές. Τελικά, με ψήφους 4-1, οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν από την κατηγορία της κατασκοπείας.
Τον Οκτώβριο του 1945 έφθασε στις εφημερίδες της Θεσσαλονίκης η είδηση ότι περίπου 200 άνδρες του Πούλου είχαν μεταφερθεί από τη Γερμανία και βρίσκονταν στην Πάτρα. Πολύ γρήγορα όμως, οι περισσότεροι από αυτούς θα ξέφευγαν από το δόκανο της ελληνικής δικαιοσύνης. Στις 13 Δεκεμβρίου 1945 το Τμήμα Μεταγωγών της Αθήνας απελευθέρωσε 70 άνδρες του Πούλου. Λίγο αργότερα, στις 15 Δεκεμβρίου το Τμήμα Μεταγωγών του Πειραιά απελευθέρωσε 15 άνδρες του Πούλου. Όλα αυτά έγιναν με απόφαση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, ο οποίος διατήρησε προφυλακιστέους μόνο αυτούς για οποίους είχαν βγει εντάλματα σύλληψης από τον Ειδικό Επίτροπο Δοσιλόγων Θεσσαλονίκης. Ακόμα και χωρίς εντάλματα όμως, υπήρχε η δυνατότητα να συνεχιστεί η κράτηση και των υπολοίπων στην περίπτωση που δεν θα είχαν χαρακτηριστεί ως απλοί δοσίλογοι, αλλά θα είχαν κατηγορηθεί για εσχάτη προδοσία. Οι περισσότεροι Πουλικοί, εκμεταλευόμενοι το ανέλπιστο δώρο που τους προσφέρθηκε, έσπευσαν να εξαφανιστούν.
Στις 2-12-1947 άρχισε η δίκη του Πούλου στο Ειδικό Δικαστήριο Δοσιλόγων Θεσσαλονίκης, με πρόεδρο το Χαράλαμπο Πέρρο. Μαζί του στο εδώλιο του κατηγορουμένου κάθισαν άλλα 26 άτομα, ενώ 169 άτομα δικάστηκαν ερήμην. Η δίκη τελείωσε στις 11-12-1947 κι ο βασικός κατηγορούμενος, δηλαδή ο Πούλος, με άλλους 20 καταδικάστηκε σε θάνατο και δις σε ισόβια. Το δικαστήριο αποφάσισε να αθωώσει 6 άτομα (Μαστιχούλα Πούλου, Άσια Γαρουφαλή, Δημήτριος Ευαγγελόπουλος, Χρήστος Μιχαλακέας, Γεώργιος Σαπουνάς, Βασίλειος Καπετανόπουλος).
Στη συνέχεια ο αμετανόητος ναζιστής Γεώργιος Πούλος μεταφέρθηκε στις φυλακές Επταπυργίου (Ιανουάριος 1948) και ύστερα στις φυλακές της Καλλιθέας (Ιούνιος 1948).
Εκτελέστηκε στις 11 Ιουνίου 1949 στο Γουδί. Οι περισσότεροι συγκατηγορούμενοί του, κατάφεραν να γλυτώσουν με πολύ ελαφρύτερες ποινές. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι ο Αγκόπ Ατζεμιάν αποφυλακίστηκε το 1951, ο Παντελής Βόγλης αποφυλακίστηκε το 1952, ο Κωνσταντίνος Ζήσης το 1952, ο Σπύρος Κασιμάτης (που είχε καταδικαστεί σε 20 χρόνια κάθειρξη) αποφυλακίστηκε το 1952, ο Ιωάννης Μαύρος το 1952, ο Χαρίλαος Πίκας το 1952, ο Γεώργιος Χουβαρδάς το 1952 και ο Βασίλειος Κόζας το 1950.